υπερφλοιισμός

υπερφλοιισμός
ο, Ν
φρ. «υπερφλοιισμός επινεφριδίων»
ιατρ. υπερλειτουργία τής φλοιώδους ουσίας τών επινεφριδίων, αλλ. υπερεπινεφριδισμος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο αντιδάνειο σύνθ.,πρβλ. αγγλ. hypercorticalism < hyper (υπερ-* + corticalism (< cortical- < cortex «φλοιός») + κατάλ. -ism (< -ισμός*)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”